TO ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ 4ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ (1936-1941)

Όπως ήδη αναφέραμε, ο Βασιλέας Γεώργιος ο Β΄ επανέρχεται ύστερα από δημοψήφισμα που διεξήγαγε ο στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης – ο οποίος είχε καταλάβει δικτατορικώς την εξουσία  το 1935 –  το οποίο και αυτό με την σειρά του υπήρξε νόθο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι 97,88% ψήφισαν υπέρ της Βασιλευομένης Δημοκρατίας και μόλις το 2,12%  εναντίον της.

            Οι εκλογές του 1936 φέρνουν τον Ιωάννη Μεταξά στην Βουλή με το κόμμα των Ελευθεροφρόνων. Κανένας δεν μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί συμμαχική υπό τον Κωνσταντίνο Δεμερτζή. Αντιπρόεδρος αναλαμβάνει ο Μεταξάς. Ο Πρωθυπουργός όμως, πεθαίνει ξαφνικά και η Βουλή δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στον Μεταξά, ο οποίος αναλαμβάνει την διακυβέρνηση της χώρας. Αυτοί λοιπόν, που εμπιστεύτηκαν κοινοβουλευτικώς τον Μεταξά, για τον οποίο γνώριζαν από καιρό τα αντικοινοβουλευτικά του αισθήματα, ήρθαν αργότερα να τον καταδικάσουν ως τύραννο, όταν κήρυξε την δικτατορία.

            Ο Μεταξάς βάζοντας τέλος στην αναρχία και με την σύμφωνη γνώμη του Βασιλέως Γεωργίου του Β΄ επιβάλλει πραξικοπηματικώς το πολίτευμα της 4ης Αυγούστου του 1936. Αυτό που μπορεί να καταμαρτυρηθεί στα αρνητικά του πολιτεύματος αυτού, ήταν οι διώξεις των πολιτικών αντιπάλων, οι εξορίες, οι φυλακίσεις και η λογοκρισία του τύπου. Υπήρξαν όμως και πολλά θετικά που προσέφερε ο Μεταξάς στην χώρα, με την πολιτική του.
            Ο Μεταξάς είναι αυτός που θα ισχυροποιήσει το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) το 1937, το οποίο ως τότε υπολειτουργούσε. Επιπροσθέτως θα ρυθμίσει μεγάλο τμήμα των αγροτικών χρεών, πολλά από τα οποία διέγραψε εντελώς. Εκτός αυτού, θα δημιουργήσει τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών , καθώς και αυτόν της υποχρεωτικής διαιτησίας που επίλυε τις διαφορές ανάμεσα στα δύο μέρη. Θα ανασυγκροτήσει την Εργατική Εστία το 1939, θα ιδρύσει την ελληνική ραδιοφωνία το 1938 και θα γενικεύσει το οχτάωρο που ως τότε εφαρμοζόταν σε ορισμένα μόνο επαγγέλματα.

Όσο αφορά την ιδεολογία του καθεστώτος ο ίδιος ο κυβερνήτης στο ημερολόγιο του αναφέρει: «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό. Κράτος με βάση αγροτική και εργατική, και κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Δεν είχε βέβαια κόμμα ιδιαίτερο να κυβερνά. Αλλά κόμμα ήτανε όλος ο Λαός, εκτός από τους αδιόρθωτους κομμουνιστάς και τους αντιδραστικούς παλαιοκομματικούς» 

Επίσης θα δημιουργήσει την Ε.Ο.Ν (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), στην οποία μετείχαν νέοι από 8 έως 25 ετών. Από αυτούς όσοι είχαν ηλικία από 8-14 ονομάζονταν σκαπανείς. Οι υπόλοιποι Φαλαγγίτες. Η εκπαίδευση της Ε.Ο.Ν. ήταν στρατιωτικού τύπου και οι δραστηριότητές της είχαν να κάνουν με κοινωνικό και περιβαλλοντικό έργο, με αθλητικές επιδείξεις και παρελάσεις. Σήμα της ήταν ο διπλός πέλεκυς που βρισκόταν ανάμεσα σε δάφνες. Υπολογίζεται ότι τα μέλη της ξεπέρασαν το 1.000.000 το 1940.

            Ο Μεταξάς θα επιδιώξει και την δημιουργία ενός τρίτου ελληνικού πολιτισμού. Θα αναφερθεί τόσο στον αρχαίο, όσο και στον βυζαντινό πολιτισμό  και θα προσπαθήσει να οδηγήσει του Έλληνες στην δημιουργία ενός ανωτέρου πολιτισμού από τους προηγούμενους δύο. Αυτήν την δημιουργία του τρίτου ελληνικού πολιτισμού θα την συνδέσει με την Μεγάλη Ιδέα, που για αυτόν ταυτίζεται με την εξάπλωση των πνευματικών δημιουργημάτων των Ελλήνων στα πέρατα του κόσμου.

Σπουδαίες πνευματικές προσωπικότητες κάνουν την εμφάνισή τους την περίοδο αυτή του μεσοπολέμου, που έμειναν στην ιστορία της λογοτεχνίας ως « η γενιά του 30». Μεταξύ τους οι νομπελίστες ποιητές Γεώργιος Σεφέρης και Οδυσσέας Ελύτης. Ο πρώτος μάλιστα υπηρετεί το καθεστώς Μεταξά αρχικά, ως πρόξενος της Ελλάδος στην Κορυτσά (1936-1938) και κατόπιν,  ως σύμβουλος τύπου στο υπουργείο εξωτερικών. Ο δεύτερος εκδίδει τις πρώτες ποιητικές του συλλογές το 1936 και 1940  (Προσανατολισμοί).

Οι πιο επιφανείς υπουργοί του Μεταξά υπήρξαν ο Κωνσταντίος Μανιαδάκης (υπουργός ασφαλείας), ο Κωνσταντίνος Κοτζιάς (υπουργός πρωτευούσης), ο Θεολόγος Νεφελούδης (υφυπουργός τύπου και τουρισμού) και ο Αλέξανδρος Κοριζής (υπουργός κρατικής υγιεινής και αντιλήψεως, διάδοχος του Μεταξά στην πρωθυπουργία). Επίσης στην κυβέρνηση συμμετείχε ο αριστερός Αριστείδης Δημητράτος, ο οποίος αρχικώς ανέλαβε ως υφυπουργός εθνικής οικονομίας και αργότερα ως υφυπουργός εργασίας.
Αξίζει εδώ να αναφερθούμε στον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη, καθώς ως υπουργός ασφαλείας είχε καταφέρει να εκμηδενίσει σχεδόν την δράση των κομμουνιστών. Για την αποδιοργάνωσή τους μάλιστα είχε χρησιμοποιήσει στελέχη του Κ.Κ.Ε.(κομμουνιστές που είχαν γίνει δηλωσίες και συνεργάζονταν με το καθεστώς), με τα οποία είχε δημιουργήσει ψεύτικο Ριζοσπάστη και ψεύτικη διοικούσα επιτροπή του Κ.Κ.Ε. Αργότερα ο Μανιαδάκης θα εκλεγεί βουλευτής με την Ε.Ρ.Ε. (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση). Το ίδιο θα συμβεί και με τον Κωνσταντίνο Κοτζιά που όχι μόνο θα εκλεγεί βουλευτής, αλλά και δήμαρχος Αθηναίων το 1951. Δηλαδή οι πολιτικοί αλλά και ο ελληνικός λαός, όχι μόνο δεν καταδίκασαν τα στελέχη της δικτατορίας του Μεταξά, αλλά και τα επιδοκίμασαν.

            Ο Μεταξάς δοξάζεται και μαζί με αυτόν ολόκληρη η Ελλάς κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Ως πρωθυπουργός είχε ξεκινήσει την πολεμική προετοιμασία από την πρώτη στιγμή διακυβερνήσεως της χώρας, διότι διέβλεπε το τι θα επακολουθούσε. Αλλά ας αφήσουμε καλύτερα τον Γεώργιο Αναστασιάδη να μας διηγηθεί τα παραπάνω, καθώς και την άσχημη εικόνα του στρατού που είχαν παραδώσει στον Μεταξά οι πολιτικοί : «Τον Δεκέμβριο του 1932 το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο υπέβαλε στην κυβέρνηση ένα πρακτικό μέσα από τις γραμμές του οποίου φαινόταν το χάος και η γύμνια της ανύπαρκτης άμυνας. Την τελευταία χρονιά, 1931-32, η Ελλάδα είχε διαθέσει γι’ αυτό τον σκοπό μόνο το 10% του προϋπολογισμού της, έναντι 19% της Βουλγαρίας και 26% της Γιουγκοσλαβίας και της Τουρκίας. Παρ’ όλα αυτά δεν έγινε καμία σοβαρή προσπάθεια. Κι έπρεπε να έρθει ο ιταλοαιθιοπικός πόλεμος να ταράξει τα ήρεμα νερά και να αναγκάσει την ελληνική ηγεσία, και ιδιαίτερα την κυβέρνηση Μεταξά, που κυβερνούσε από τον Απρίλιο του 1936, να ανακτήσει μ’ έναν ‘αγώνα δρόμου’ ό,τι χάθηκε στα χρόνια που πέρασαν. Αποτέλεσμα ήταν να διατεθούν μόνο για τον στρατό ξηράς μέχρι το 1940, δεκαέξι δισεκατομμύρια δραχμές. Έγιναν προμήθειες πολεμικού υλικού, οχυρώθηκαν τα σύνορα, και ιδίως τα προς την Βουλγαρία, βελτιώθηκαν οι συγκοινωνίες, δόθηκε έμφαση στην εκπαίδευση του προσωπικού και καταβλήθηκε κάθε δυνατή προσπάθεια για να γίνει ο στρατός μας αξιόμαχος».

            Σύσσωμοι οι Έλληνες συντρίβουν τους Ιταλούς και απελευθερώνουν για δεύτερη φορά τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου. Ο ελληνικός στρατός υπό την ηγεσία του αρχιστρατήγου Παπάγου διέθετε κατά την επίθεση της 28ης Οκτωβρίου του 1940 τις ακόλουθες δυνάμεις στα σύνορα: Την VIII μεραρχία υπό τον υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσημήτρο στην Ήπειρο, το απόσπασμα Πίνδου υπό τον συνταγματάρχη Δαβάκη και το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας υπό τον αντιστράτηγο Ιωάννη Πιτσίκα. Έναντι των δυνάμεων αυτών οι Ιταλοί θα παρατάξουν δύο σώματα στρατού, το σώμα στρατού Τσαμουριάς στην Ήπειρο  και το σώμα στρατού Κορυτσάς στην Βορειοδυτική Μακεδονία υπό τις διαταγές του αρχιστρατήγου Βισκόντι Πράσκα. Οι Ιταλοί υπερείχαν σε όλα τα όπλα και διέθεταν ειδικές στρατιωτικές δυνάμεις όπως την μεραρχία αλπινιστών Τζούλια αλλά και την μεραρχία αρμάτων μάχης, γνωστή ως μεραρχία κενταύρων. Στον αέρα οι Ιταλοί διέθεταν 460 αεροσκάφη έναντι 130 ελληνικών. Υπολογίζεται ότι ο ιταλικός στρατός κατά την έναρξη των επιχειρήσεων αριθμούσε στους 85.000 στρατό μαζί με τα τάγματα των Αλβανών που είχαν σχηματιστεί ως επικουρία. Αντιθέτως ο ελληνικός στρατός διέθετε στα σύνορα περί τους 35 χιλιάδες άνδρες. Βεβαίως οι αριθμοί αυτοί κατά την διάρκεια του πολέμου πολλαπλασιάστηκαν. Ο Μεταξάς είχε ως στρατηγική την σταδιακή αύξηση των ελληνικών δυνάμεων στο μέτωπο. Ο Μουσσολίνι, ο οποίος άλλαξε τρεις στρατηγούς κατά τον πόλεμο ( Βισκόντι Πράσκα, Ουμπάλντο Σόντου, Ούγκο Καβαλέρο) αναγκάστηκε να αυξήσει τις δυνάμεις του, λόγω των συνεχόμενων ηττών του ιταλικού στρατού.

            Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος χωρίζεται σε δύο περιόδους. Στην περίοδο της αμύνης του ελληνικού στρατού στα ηπειρωτικά εδάφη ( 28 Οκτωβρίου 1940 – 13 Νοεμβρίου 1940) και στην περίοδο της αντεπιθέσεως και απελευθερώσεως της Βορείου Ηπείρου ( 14 Νοεμβρίου 1940 – 26 Μαρτίου 1941). Ξέχωρες υπήρξαν οι μάχες στον ποταμό Καλαμά, στα υψώματα της Γκραμπάλας, στα όρη της Τρεμπεσίνας, στα στενά της Κλεισούρας και στο ύψωμα 731. Στις 29 Ιανουαρίου του 1941 πεθαίνει στο απόγειο της δόξας του ο Ιωάννης Μεταξάς, στην κηδεία του οποίου προσέρχονται χιλιάδες πολιτών.

Την Ελλάδα όμως, θα δοξάσει και ο αντικαταστάτης του  Αλέξανδρος Κοριζής. Κατά την πρωθυπουργία του κονιορτοποιείται η εαρινή επίθεση των Ιταλών και γράφονται νέες σελίδες δόξης στα οχυρά Μεταξά εναντίον των Γερμανών τον Απρίλιο του 1941(6-9 Απριλίου 1941). Στα 21 οχυρά θα βρεθούν περί τους 8.500 στρατιώτες υπό την αρχηγία του αντιστρατήγου Ιωάννη Μπακόπουλου διοικητή του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας ( Τ.Σ.Α.Μ.). Εκεί θα γραφτούν νέες σελίδες δόξης, ιδιαιτέρως στα οχυρά Ρούπελ και Λίσσε, όπου θα αποδεκατιστούν εκατοντάδες Γερμανοί της Στρατιάς του φον Λίστ. Τελικώς μετά την κατάρρευση του μετώπου της Νοτιοσλαβίας η 2η τεθωρακισμένη μεραρχία του αντιστρατήγου Φάιελ θα καταλάβει την Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου του 1941. Έτσι θα υπογραφεί η συνθήκη παραδόσεως των οχυρών που εξακολουθούσαν με επιτυχία τον αγώνα στα σύνορα. Λίγες μέρες αργότερα στις 18 Απριλίου ο πρωθυπουργός Κοριζής αρνούμενος την παράδοση της χώρας στους εισβολείς αυτοκτονεί με δυο σφαίρες στο στήθος .

 Ο αυτόχειρ πρωθυπουργός υπήρξε μια εξαιρετική φυσιογνωμία του ελληνισμού. Πολέμησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στους Βαλκανικούς πολέμους. Υπήρξε διοικητής της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, ιδρυτής της Αγροτικής Τραπέζης καθώς και του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού (1925). Στην κυβέρνηση Μεταξά υπήρξε υπουργός υγείας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Διοργάνωσε πλήθος παιδικών εξοχών, καθώς και επιτροπές κοινωνικής βοήθειας για την προστασία των αστέγων και απόρων. Επιπλέον εκπόνησε νομοθετήματα για την αντιμετώπιση της φυματίωσης, που μάστιζε την χώρα την περίοδο εκείνη.

Με τον θάνατο του Κοριζή πίπτει και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Η Ελλάς θα συνθηκολογήσει με την Γερμανία στις 20 Απριλίου του 1941 με συμφωνία που θα υπογράψει ο αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου  στο Βοτονόσι Μετσόβου. Η συνθηκολόγηση θα γίνει αντίθετα με την βούληση του αρχιστρατήγου Παπάγου, αλλά και της νέας κυβερνήσεως του Εμμανουήλ Τσουδερού, η οποία μαζί με τον Βασιλέα θα καταφύγουν στην Κρήτη. Εκεί θα διεξαχθεί η τελευταία ηρωική μάχη εναντίον των Γερμανών ( 20-28 Μαρτίου 1941), όπου οι Γερμανοί θα απολέσουν τον ανθό των αλεξιπτωτιστών τους.


ΠΗΓΕΣ: 

  Αναστασιάδης Γ.,  «Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος», στο, Παπαρηγόπουλος Κ., κ.ά., Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 11ος , Αγγελάκη, Αθήνα 1993, σσ. 76-153

Αναστασιάδης Γ.,  «Ο Ελληνογερμανικός πόλεμος», στο, Παπαρηγόπουλος Κ., κ.ά., Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 11ος , Αγγελάκη, Αθήνα 1993, σσ. 165-210.

Γεδεών Δ., «Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940-1941, οι χερσαίες επιχειρήσεις», στο, Γεδεών Δ., κ.ά., Στρατιωτική Ιστορία, Τεύχος Σεπτεμβρίου 2009, Περισκόπιο, Αθήνα 20092 ,  σσ. 4-35.

 Μεταξάς Ι., Το προσωπικό του Ημερολόγιο, Τόμος Δ΄, επιμ. Παναγιώτης Σιφναίος, Ίκαρος, Αθήνα 1960.
Μπρούσαλης, Κ., , «Οι 178 μέρες που δόξασαν την Ελλάδα», στο, Μπρούσαλης Κ., κ.ά., Ιστορία του Έθνους, Τεύχος Οκτωβρίου 2010, Εκδόσεις Έθνος ΑΕ, Αθήνα 2010 , σσ. 6-37.

Πολίτης Λ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Μ.Ι.ΕΤ.,  Αθήνα 2006.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η περίφημη ρήση του Γεννάδιου Σχολάριου. Άλλη μια μεγάλη απάτη των νεοπαγανιστών λωποδυτών κατά της Ελληνορθοδοξίας

Κιναιδισμός και ψυχοπνευματικά προβλήματα

Ποιοι άνοιξαν τα σύνορα της Ελλάδος;